Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2013




Της αρέσει να ταξιδεύει. Να μπαίνει μέσα σε ένα λεωφορείο, σε ένα τρένο, σε έναν άνθρωπο. Να μπαίνει μέσα από τα μάτια του και να κυλάει κατευθείαν στο σκοτεινό δωμάτιο μέσα του.
Έχει μάθει πως σε κάθε άνθρωπο υπάρχει ένα σκοτεινό δωμάτιο με ελαστικά τοιχώματα, πως αν έχει μαζί της έναν μικρό καθρέφτη μπορεί να δει την αντανάκλαση του δικού της δωματίου. Να ακούσει το λάκτισμα του μικρού τέρατος που την κατοικεί.
Ξέρει για το ζώο των ανθρώπων. Οι περισσότεροι τα έχουν αλυσοδεμένα στα μικρά σκοτεινά τους δωμάτια. Υπάρχουν κι άλλα που αλωνίζουν ελεύθερα και κατασπαράζουν στο τέλος τους ανθρώπους μέσα στους οποίους ενεδρεύουν.
Θέλει να γνωρίσει τα ζώα των άλλων. Μερικά την αφήνουν να πλησιάσει, άλλα της κόβουν κομμάτια, όμως αυτή λαχταράει να τα εξημερώσει και να τα γνωρίσει. Ελπίζει έτσι να γνωρίσει και να εξημερώσει το δικό της ζώο.
Τώρα είναι νύχτα και ταξιδεύει με ένα λεωφορείο. Έξω βλέπει τα ακαθόριστα σχήματα της νύχτας να γίνονται πελώριοι γίγαντες, οι πατούσες τους απειλούν να συνθλίψουν το λεωφορείο. Μέσα στο λεωφορείο όλοι κοιμούνται, τα μάτια της νύχτας αργοσβήνουν, ένας ολόκληρος πλανήτης κοιμάται μέσα στο ανθρώπινο σκοτάδι μιας περιρρέουσας θλίψης.
Σκέφτεται την στιγμή της συνάντησης. Τα χέρια του γύρω της, αυτόν μέσα της. Η μόνη στιγμή εξημέρωσης, το μόνο άγγιγμα, τότε που τα ζώα και των δύο γίνονται μαύρα άλογα, στιλπνά, βελούδινα άλογα και καλπάζουν μέσα κι έξω και υπάρχουν ανοιχτές διελεύσεις και οι πόρτες ανοίγουν κι ύστερα τα ζώα γίνονται μικρά μανιτάρια, φωλιάζουν αγκαλιά και κοιμούνται μέσα σε μία χούφτα, στην παλάμη ενός ανθρώπινου χεριού.
Το ζώο μέσα της πεινάει και την πονάει. Το νιώθει να τεντώνει το αιλουροειδές κορμί του, να οσφραίνεται ανήσυχο τον αέρα. Μυρίζει από μακριά το ζώο του άλλου που την περιμένει, καραδοκεί ανήσυχο, προαισθάνεται, δεν θέλει να ενωθεί, λαχταράει να ενωθεί, φοβάται, γυρνάει γύρω γύρω στο σκοτεινό δωμάτιο, ανησυχεί για τον χώρο του, δυσπιστεί για την κατάληψη, θέλει να αδράξει και να μπήξει τα δόντια του στο άλλο ζώο, αυτό που περιμένει στον προορισμό. Το ζώο μέσα της είναι λειψό, έχει μία τρύπα στην θέση της καρδιάς, θέλει να χαϊδευτεί, να γείρει το κεφάλι του, να μην νιώθει τόσο μόνο, τόσο τέρας, τόσο σκοτεινό.
Το ζώο μέσα στον άντρα που την περιμένει είναι ανήσυχο. Κλωτσάει με όλη του την δύναμη, ο άντρας είναι ήδη κουρασμένος. Το ζώο του είναι πιο εκπαιδευμένο, λιγότερο απαιτητικό. Του αρκεί να ζευγαρώνει, μία αρχέγονη ιεροτελεστία μικρής διάρκειας. Ύστερα γυρνάει μέσα στην φωλιά και κλαίει μόνο.
Στην γυναίκα αρέσει να ταξιδεύει. Μέσα στο σκοτάδι της. Στο σκοτάδι των άλλων. Μέχρι να την καταβροχθίσουν. Το ζώο της. Τα ζώα των άλλων.




Χλόη Κουτσουμπέλη

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2013

Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

Υπαρξεις μοναχα.

''Υπαρχει ενας μαγικος κοσμος μεσα στον κοσμο,
και ενας μαγικος ανθρωπος μεσα σε καθε ανθρωπο.
Ο ανθρωπος βλεπει τον κοσμο
της μεγαλοειωδης συσκευασιας και παραβλεπει ολο το μαγικο
περιεχομενο.
Αν δει τον μαγικο ανθρωπο μεσα του τοτε θα δει και τον μαγικο 
κοσμο γυρω του.
Δεν ειναι ανυπαρκτος ουτε αορατος.
Ειναι υπαρκτος και ορατος 
αμα ξερεις να τον βλεπεις''
                             ~λεει ο Herman Hesse  και εγω συμφωνω μαζι του.
Παρα μονο  μια διευκρινηση στο οτι αυτος ο μαγικος κοσμος δεν ειναι ιδιος με κανεναν αλλον μαγικο κοσμο.Υπαρεχουν αμετρητοι μαγικοι κοσμοι και αμετρητοι ανθρωποι εδω γυρω.
Δεν δεχομαι να ειναι ο ιδιος ο δικος μου κοσμος με κανενους.Απλα δεν το δεχομαι.
Διαβαζοντας λοιπον πολλους μυθους για εκεινες που υπαρχουν και υπαρχουν γιατι καποιοι πιστευουν στην υπαρξη τους,οι περισσοτεροι λενε πως οι νεραιδες ειναι πνευματα ομορφων κοριτσιων που εχασαν την ζωη τους αδικα για καποιον λογο.
Ελαχιστοι λενε πως υπαρχει ενας κοσμος,μια φυλη που ζει καπου εδω αναμεσα μας.Κοντα σε εμενα.
Κοντα σε αυτους που πιστευουν.
Δεν ξερω πως δημιουργηθηκε μεσα μου ολο αυτο το παθος μαζι τους.
Οχι  μονο με νεραιδες αλλα και με ολα τα μυθικα πλασματα.Κυριως εκεινες.
Ηταν θεμα χρονου να παρασυρθω στην μαγεια τους.

Μια ιστορια λοιπον που εγραψε εκεινη που επισης πιστευει σε εκεινες.Ηταν απο τις λιγες φορες που λυγισα μπροστα της.

 <<Μια φορα και εναν καιρο ηταν μια  νεραιδα.Μια νεραιδα με μακρια μαυρα μαλλια και ζωηρα πρασινα ματια.Φορουσε ενα γαλαζιο-σαν της θαλασσας το πρωι-κοντο φορεμα και μαυρες μπαλαρινες για παππουτσι.Τα φτερα της ηταν τα πιο ομορφα στην ναραιδοχωρα.Ολες οι νεραιδες ειχαν απλα φτερα αλλα πρασινα,αλλα πορτοκαλι,αλλα γαλαζια,αλλα ροζ κτλ
Τα φτερα  εκεινης της νεραιδας ομως ηταν  πιο μαγικα κατα τη γνωμη μου.
Ηταν μπλε,το μπλε της θαλασσας που χανεσαι,που ξεχνιεσαι χωρις να διαφερουν απο τα υπολοιπα μπλε.Δεν ξερω πως να το εξηγησω,οταν την εβλεπες δεν μπορουσες να μην την ερωτευτεις.Στην νεραιδοχωρα καθε 17 Ιανουαριου  γινοταν μια γιορτα και εκει μαζευοντουσαν ολες οι νεραιδες ,μεχρι να ανατειλει ο ηλιος,γυρω απο το πηγαδι των ευχων.Κοριτσια και αγορια.Χορευαν,πεταγαν,γελαγαν..αγαπουσαν.Ολοι εκτος απο την νεραιδα της ιστοριας μας.Ποτε δεν ηθελε να πηγαινει εκει.Δεν πιστευε στις ευχες ηταν,ή μαλλον ηθελε να πιστευει οτι ειναι απαισιοδοξη.
Ετσι και στις 17 Ιανουαριου 2010 ανακαλυψε οτι υπαρχει ακομη ενας νεραιδος που ποτε δεν πηγε σε αυτη την ηλιθια γιορτη.
Τον συναντησε μια μερα σε κατι καταρακτες.
Εκεινη εκλαιγε γιατι φοβοταν.Ενιωθε μονη,ενιωθε οτι και εκεινη,ακομη και ο εαυτος της την εγκατελειπε.Το ονομα του νεραιδου δεν το ξερω ηταν σαν.....μαγικο.Μονο εκεινη το ξερει.Ηταν ξανθος,ειχε γαλανα ματια.
Προσπαθουσε να τα καταλαβει.
Τα εβλεπε να αλλαζουν σε καθε φαση της ζωης του.Τον ερωτευτηκε.Ειχε καπως γαλαζοπρασινα φτερα,καπως τρικουαζ.
Κοιτουσαν ο ενας τον αλλον μα δεν μιλουσαν.
Μια μερα μιλησε αυτος.
''Δεν ειμαι κενος,ποιος σου ειπε οτι ειμαι κενος;''
''σε ξερω;''
''καλυτερα απο ολους''
''τι θελεις;''
''να σου δειξω οτι νιωθω.''
''δεν χρειαζεται τωρα''
'' ειναι που πρεπει''
''δεν πιστευω στα πρεπει''
''τοτε;''
''τα πρεπει μου γαμησαν τα ονειρα''
''δεν σε ειδα να κανεις αυτο που θελεις ομως''
''και πως ξερεις τι θελω;''
''Ουτε εσυ δεν ξερεις''
''εφευγες;''
''γιατι εισαι τοσο αποτομη;''
''γιατι δεν μπορω να σε καταλαβω γαμωτο.Σε βλεπω,σε κοιταζω μεσ'τα ματια και δεν μπορω να σε διαβασω.Θα'θελα να ηξερα τι σκατα σκεφτεσαι καθε φορα που μου χαριζεις αυτα τα κενα βλεμματασου.Γιατι δεν μπορω να σε νιωσω.''
''αυτο σε τραβαει πανω μου;''
''τιποτα δεν με τραβαει πανω σου''
''τι ηθελες να μου πεις εκεινη την μερα;'' ''ποτε;'' ''τοτε που σαν κοτα σηκωθηκα και εφυγα''
''δεν ξερω''  ''τιποτα.Τιποτα δεν σκεφτομαι οταν σε κοιταζω στα ματια.Δεν μπορω''
''γιατι;'' ''εσυ τι σκεφτεσαι καθε φορα που σε κοιταζω;'' ''φυγε'' ''γιατι;Γιατι δεν σκεφτεσαι τιποτα''
''σκεφτομαι'' ''ειπες οτι ηθελες να μαθεις τι σκεφτομαι γιατι δεν με ρωτας;''
''γιατι αλλαζεις θεμα συνεχεια;''    ''ρωτα με''    ''μα μου απαντησες τιποτα''  ''τα παρατας;''  ''ποτε''
''ρωτα''      
''αντε γαμησου''            ''καλως,φευγω''  ''τι εννοεις;''
''αφου δεν θες''    ''καλα..ναι σωστα...αντε''         ''γεια''       ''στον κωλο σου''
 ''θελεις να μου πεις κατι;''

''ναι,οτι απο εκεινο το βραδυ,εκεινο το βλεμμα,τοτε στους καταρακτες,εγινε η ζωη μου αλλιως.Ενας ξενος γαμω,ενας ξενος μπηκε στην ζωη μου και τα ρημαξε ολα.Δυο ξενα γαλαζια ματια με στοιχειωσαν.Εμενα,αυτα που γραφψ,τη μουσικη που ακουω,τα χρωματα που αγαπαω.ΟΛΑ.Και εσυ να μην εχεις ιδεα,εσυ στον κοσμο σου,ξερεις ποσο ποναειι; Και ενω απο την μια θελω να προσπαθησω απο την αλλη να μη μπορω.Και αυτο το κενο σου βλεμμα να καταφερνει να με μαγνητιζει.ΚΑΙ ΕΙΜΑΙ ΠΕΡΗΦΑΝΗ ΡΕ!Περηφανη που τωρα ξερω πως ειναι.Και ας μην σε νιωθω.Και ας ειναι κενα τα βλεμματα σου μα γαμω σε θυμαμαι,ησουν εκει.''
''να φυγω;''
''κανε ο,τι θες''
''θες;''
''δεν ξερω καν αν με νοιαζει.''


Η αντιδραση του λοιπον φαινοταν τοσο λιγη που δεν την γεμισε.Ηθελε να του ξαναμιλησει.Ηθελε να του δωσει την ευκαιρια να νιωσει κατι περα απο αγχος και αμηχανια,περα απο αγνοια και λαθος σκεψεις.Ηθελε να την ερωτευτει μετα απο ολο αυτο κατα βαθος.Το ηθελε.Ηθελε να νιωσει και εκεινος.Να νιωσει αυτο το κατι που σε τρωει καθημερινα πο 4-5 φορες.Που σε εχει σκοτωσει εκατομυρια φορες.
 Αυτο ηθελε.Ηθελε να την ερωτευτει περισσοτερο απο οσο ηθελε να ζησει την εικονα τους.
                                  Την εικονα Εκεινης&Εκεινου                     
 Να τον γνωρισει.
Να τον μαθει πως ειναι και εξω απο τα ματια της.
Να μαθει την ιδια μεσα απο τα δικα του ματια.

ΜΟΝΟ ΑΥΤΟ ΗΘΕΛΕ,ΓΑΜΩ.